Χορηγίες - Από την αρχαιότητα στον σύγχρονο κόσμο




Η χορηγία θεσμοθετείται για πρώτη φορά στην Αθηναϊκή Δημοκρατία του Κλεισθένη, στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. (Claude Mosse, 2000). Η πλήρης άνθησή της όμως συντελείται στον 5ο αιώνα π.Χ., στον Χρυσό Αθηναϊκό Αιώνα του Περικλή (Πανηγυράκης Γ – Βεντούρα Ζ, 2001), με τα εξής βασικά χαρακτηριστικά: 
Η χορηγία αρχικά αφορούσε αποκλειστικά την οικονομική υποστήριξη των τεχνών και δη του θεάτρου (Else F.G., 1965). Η ετυμολογική δε ανάλυση της λέξης, η οποία συντίθεται από την λέξεις χορός + ηγούμαι, εμφανίζει την ακριβή έννοια της κατά τα πρώτα χρόνια εμφάνισης και χρήσης της (Παπανικολάου Κ, 1962). Ετυμολογικά λοιπόν χορηγός είναι αυτός που ηγείται του χορού δηλαδή αυτός που οδηγάει το χορό, ενώ η λέξη χορηγία αναφέρεται ακριβώς σ’ αυτήν την πράξη.
Ιστορικά η χορηγία ήταν μία από τις τέσσερις λειτουργίες. (Οι άλλες τρεις ήταν η γυμνασιαρχία, η τριηραρχία και η εστίαση). Όπως είναι φανερό, στην Αρχαία Αθήνα οι τέσσερις λειτουργίες ήταν ένας τρόπος μεταφοράς πόρων από τον ιδιωτικό τομέα προς την πολιτεία και το κοινωνικό σύνολο. Με αυτή την ανακατανομή πόρων, η Πολιτεία ενίσχυε την άμυνα, τη διατροφή των απόρων, τον αθλητισμό και φυσικά τις τέχνες και τον πολιτισμό. Ήταν δηλαδή ένας άλλος, έμμεσος τρόπος φορολογίας των πλούσιων Αθηναίων (Κουτούπης Θ., 2000). 
Ο ανώτατος κρατικός υπάλληλος που ήταν υπεύθυνος για τις εορτές είχε σαν ένα από τα πρώτα καθήκοντα του να διορίσει ένα αριθμό χορηγών ανάμεσα στους πλουσιότερους πολίτες. Αυτοί πράγματι αναλάμβαναν “εθελοντικά” να επωμιστούν ένα σημαντικό μέρος από τα έξοδα των Διονυσίων. Πλήρωναν για την εξάσκηση του χορού, για τα κοστούμια τους, για τους μισθούς των τραγουδιστών και τον εκπαιδευτή τους, ίσως και τον αυλητή και ήταν υπεύθυνοι για οποιοδήποτε ειδικό σκηνικό χρειαζόταν. Υπάρχει μια ομιλία που αναφέρει τα έξοδα ενός χορηγού, ο οποίος ενδεχομένως, ήταν από τους πιο γενναιόδωρους. Καταγράφει 30 μνας (περίπου €9.000 σε σημερινό νόμισμα) για ένα διθυραμβικό χορό ανδρών στα 409 π.χ. Σε μια άλλη χρονιά τα έξοδα για μια κωμωδία έφτασαν τις 16 μνας (περίπου €5.000). Σε μια χώρα όπου ο πλούτος ήταν σπάνιος, αυτά ήταν μεγάλα ποσά.  (William J. Baumol, 1984). 
Η χορηγία ήταν υποχρεωτική δια νόμου για τους 120 πιο εύπορους συγκριτικά πολίτες από την κάθε μία από τις δέκα φυλές της Αθήνας (Κουτούπης Θ., 2000).  Ένας πολίτης που ορίζονταν να αναλάβει την θέση του χορηγού μπορούσε να ζητήσει να εξαιρεθεί με το επιχείρημα, ότι είχε ήδη αναλάβει άλλα δημόσια βάρη και μπορούσε να προτείνει να πάρει τη θέση του κάποιος άλλος με μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες. Σύμφωνα με το νόμο το πρόσωπο που δεχόταν μια τέτοια πρόκληση είτε έπρεπε να αναλάβει τη θέση του χορηγού είτε έπρεπε να ανταλλάξει την περιουσία του με εκείνον που τον προκαλούσε. Ωστόσο είναι χαρακτηριστικό ότι οι πολίτες αναλάμβαναν αυτό το καθήκον συχνότερα και ξόδευαν περισσότερο γενναιόδωρα απ’ ότι τους ζητούσαν (William J. Baumol, 1984).
Οι χορηγοί ανελάμβαναν όλα τα έξοδα της εκδήλωσης, όπως για παράδειγμα τα Παναθήναια, τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα Διονύσια ή τα Ανθεστήρια 
Οι χορηγοί είχαν επίσης την ευθύνη της επιλογής των συντελεστών και των «πρωταγωνιστών» - όπως θα τους λέγαμε σήμερα- καθώς και του συντονισμού, της προετοιμασίας και των δοκιμών, που άρχιζαν 11 μήνες πριν από την εκδήλωση. Ήταν δηλαδή, κατ' αναλογία με τα σημερινά δεδομένα, οι «παραγωγοί» των εκδηλώσεων τέχνης. 
Ο χορηγός ήταν «ιερό» πρόσωπο καθ' όλη τη δωδεκάμηνη διάρκεια της χορηγίας του. Αυτή η τιμή της πολιτείας και των υπόλοιπων πολιτών προς το πρόσωπό του ήταν και το μοναδικό αντιστάθμισμα της πολιτείας προς τον χορηγό για την προσφορά του. 
Έντονη ήταν και η άμιλλα μεταξύ των χορηγών, για την παρουσίαση της λαμπρότερης εκδήλωσης, που αντανακλούσε σε ολόκληρη τη φυλή του νικητή-χορηγού. 
Ο θεσμός της χορηγίας εξαπλώθηκε προοδευτικά από την Αθήνα στην Αίγινα, τη Θήβα, τον Ορχομενό και άλλες ελληνικές πόλεις, καθώς και στα παράλια της Μικρά Ασίας, όπου όμως ο θεσμός λειτούργησε σε εθελοντική βάση, όπως λειτουργεί και σήμερα
Ο θεσμός αρχίζει να εκφυλίζεται τον 4ο π.χ. αιώνα και φαίνεται να χάνεται κάπου μέσα στα ελληνιστικά χρόνια.  (Κουτούπης Θ., 2000)
Υπάρχουν αναφορές πάντως ότι η χορηγία εξακολουθούσε και στα Ρωμαϊκά χρόνια. Οι εύποροι αναλάμβαναν τα έξοδα της συντήρησης της τιμητικής φρουράς των ρωμαϊκών πόλεων, των θυσιών, της αγοράς βιβλίων για τα την βιβλιοθήκη του εφηβικού σώματος κλπ (Μαντάς Κ, 1997 & 1999).
Κατά τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου πολλά έργα τέχνης παραγγέλλονταν από πιστούς για προστασία, καθώς οι άνθρωποι της βυζαντινής εποχής πίστευαν ότι – με κάποιο υπερφυσικό τρόπο – το εικαστικό έργο ταυτιζόταν με το πρωτότυπό του. Τα έργα τέχνης ήταν γενικά ιδιαίτερα ακριβά ώστε, πέρα από κάποια είδη μικροτεχνίας ή και κάποιες εικόνες που μπορούσε ένας μέσος βυζαντινός να επωμιστεί τη δαπάνη τους, οτιδήποτε άλλο ήταν μάλλον απαγορευτικό γι’ αυτόν. Έτσι, σε πολλές περιπτώσεις το σχετικό τίμημα για την παραγγελία ενός έργου τέχνης το αναλάμβαναν από κοινού οι κάτοικοι μιας ολόκληρης πόλης ή κάποιο μέλος της υψηλής βυζαντινής κοινωνίας ή ακόμα καλύτερα, ο ίδιος ο αυτοκράτορας ως σύμβολο υπενθύμισης μιας πολύ σημαντικής στιγμής της ιστορίας τους (Τζ. Αλμπάνη, 1999). Έντονη δε χορηγική δράση κυρίως σε έργα τέχνης και κτίρια θρησκευτικής χρήσης αναφέρονται σε όλα τα εδάφη της βυζαντινής αυτοκρατορίας (http://byzantium.arch.uoa.gr/demo/main.htm). 
Την περίοδο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η ανάγκη για πνευματική και οικονομική ανάπτυξη ώθησε τους εύπορους Έλληνες να ιδρύσουν σχολεία και να αναλάβουν την λειτουργία και συντήρηση τους.
Στην νεότερη Ελλάδα έχουμε το θεσμό της χορηγίας να γνωρίζει ανάπτυξη. Οι μετανάστες πρώτης γενιάς που είχαν εγκατασταθεί στην Αίγυπτο, την Ιταλία, την Μεσόγειο εκδήλωναν έντονο ενδιαφέρον για την ανέγερση εκκλησιών, θεσμοθέτηση υποτροφιών, χρηματοδότηση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

Βιβλιογραφία
  1.  Claude Mosse (2002). Οι θεσμοί στην κλασική Ελλάδα, Εκδόσεις. Μεταίχμιο, Ελλάδα.
  2. Πανηγυράκης Γ., Βεντουρα Ζ.; (2001); Σύγχρονη διοικητική δημοσίων σχέσεων.; Εκδόσεις Μπένου; Αθήνα  
  3. Else F.G.; (1965); The origin and early form of Greek Tragedy; Harvard U.P.; Oxford U.P   
  4. Παπανικολάου Κ.; (1962); Νεώτατον Λεξικόν όλων των ρημάτων της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης; Εκδόσεις Χιωτέλλη; Αθήνα 
  5. Κουτούπης Θαλής; (2000); "Εισήγηση στο Ο.Π.Α." 
  6. William J. B.; (1984); "Τα οικονομικά του αρχαίου Αθηναϊκού δράματος"; Αρχαιολογία 12; pp 14-20 
  7. Μαντάς Κ.; (1997); "Η μεταμόρφωση της κλασικής πόλης κατά τη ρωμαϊκή εποχή"; Αρχαιολογία 64; pp 89-92 
  8. Μαντάς Κ; (1999); "Ο ελληνικός αθλητισμός στη ρωμαϊκή εποχή"; Αρχαιολογία 70; pp 82-86 
  9. Αλμπάνη Τζ.; (1999); Τέχνες Ι: Ελληνικές Εικαστικές Τέχνες, Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Τέχνη; Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο; Πάτρα 

Δεν υπάρχουν σχόλια: